Thursday 28 April 2016

Λεξικό της Εκκλησιαστικής Υμνολογίας


Αίνοι: Καλούνται οι ψαλμοί ρμη' (148), ρμθ' (149) και ρν' (150), όχι μόνο επειδή προτάσσεται στους περισσότερους στίχους αυτών η λέξη «Αινείτε», αλλά και διότι οι τρεις αυτοί ψαλμοί είναι κατά το περιεχόμενο ένας αίνος και ένας ευχαριστήριος ύμνος στον Θεό. Στις Ιερές Μονές ψάλλονται, μόνοι ή μετά τροπαρίων, πανηγυρικά, προς στο τέλος του Όρθρου. Τα τροπάρια αυτά σαν εφύμνιο των στίχων των αίνων καλούνται στιχηρά των αίνων ή, κατά συνεκδοχή, «αίνοι». Στους Ιερούς Ναούς των πόλεων, συνήθως, αυτοί οι «αίνοι» μόνο ψάλλονται. Όταν τελείται Όρθρος καθημερινής και δεν υπάρχουν τροπάρια αίνων, αναγινώσκονται ή ψάλλονται οι αίνοι (οι τρεις ψαλμοί).

Ακροστιχίς, Ακροστιχίδα: Τα αρχικά γράμματα των Κοντακίων ή των Κανόνων, ή των ιαμβικών στίχων, που σχηματίζουν την αλφάβητο ή το όνομα του Υμνογράφου ή κάποια άλλη λέξη συνήθως εκκλησιαστικής αξίας.

Αλληλουάριο: Το «Αλληλούϊα», που ψάλλεται ως εφύμνιο βιβλικών ή ψαλμικών στίχων ή μετά το Αποστολικό Ανάγνωσμα. Όταν παρεμβάλλονται και ψάλλονται και οι δύο στίχοι που υπάρχουν (ή προβλέπονται, στους «Αποστόλους» των καθημερινών) μετά τον «Απόστολο» των Κυριακών, ψάλλεται τρεις φορές (επί τρία).

Αλληλούϊα: Εβραϊκή λέξη που σημαίνει «Αινείτε τον Θεόν». Μπήκε στη χριστιανική λατρεία μαζί με τους Ψαλμούς από την ιουδαϊκή λατρευτική πράξη. π.χ. στον Εξάψαλμο, στη Θ΄ Ώρα, στις στάσεις του Ψαλτηρίου κ.λπ. και ιδιαίτερα στις Ακολουθίες της Μεγ. Τεσσαρακοστής.

Αμήν: Εβραϊκή λέξη που έμεινε αμετάφραστη και σημαίνει: ναι, βέβαια, μακάρι, σίγουρα, είθε να γίνει, γένοιτο. Όταν κανείς λέει «Αμήν», διακηρύσσει ότι θεωρεί αληθινό αυτό που μόλις ειπώθηκε, έτσι ώστε να επιβεβαιώνει μια πρόταση, ή να μετέχει, με αυτή τη λέξη, σε μια προσευχή.

Άμωμος: Ο ριη΄ (118) ψαλμός. Ονομάστηκε έτσι επειδή αρχίζει με τη λέξη «Άμωμοι εν οδώ...». Διαβάζεται στο Μεσονυκτικό, στις νεκρώσιμες Ακολουθίες και στις Παννυχίδες.

Αναβαθμοί: λέγονται οι 15 ψαλμοί ριθ΄- ρλγ΄ (119-133) της Παλαιάς Διαθήκης, που ψάλλονταν κατά τις αναβάσεις των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ σε περιπτώσεις μεγάλων εορτών. Σήμερα στη θέση των ψαλμών ψάλλονται 75 τροπάρια των Αναβαθμών της Οκτωήχου, τα οποία ο υμνωδός ερρανίσθη από τους 15 Ψαλμούς και ψάλλονται στον Όρθρο κάθε Κυριακής (7 ήχοι x 9 τροπάρια + ο πλ. του δ΄, χ 12 = 75 Αναβαθμοί). Οι Αναβαθμοί αυτοί ανά τρεις αποτελούν ένα αντίφωνο. Οι Ωδές αυτές των Αναβαθμών ψαλλόμενες στις Εκκλησίες συμβολίζουν την ψυχική ανάταση-ανάβαση των χριστιανών όχι στο Ναό τον επίγειο, αλλά σ΄ αυτόν τον αχειροποίητο Ναό του Θεού, τον Ουράνιο.

Ανάγνωσμα: Περικοπή από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, από τις «Επιστολές» (ή τις «Πράξεις των Αποστόλων») που αναγιγνώσκονται συνήθως στον Εσπερινό μεγάλων Δεσποτο-θεομητορικών εορτών ή και εορτών Αγίων που πανηγυρίζονται, αλλά και περικοπές από το ιερό Ευαγγέλιο, που διαβάζονται στις Ακολουθίες της Εκκλησίας (Όρθρο, βασιλικές Ώρες, αλλά και σε κάθε Θεία Λειτουργία).

Αναγνώστης: Βαθμός κατώτερου Κληρικού, καθιερωμένος στο λειτούργημα αυτό με χειροθεσία Επισκόπου. Είναι επιφορτισμένος με την ανάγνωση των διαφόρων αναγνωσμάτων (χύμα ή εμμελώς) της λατρείας μας και στη διακονία του Ιερού Βήματος.

Αναστασιματάριο: Μουσικό εκκλησιαστικό βιβλίο, που περιέχει αναστάσιμους ύμνους από τις Ακολουθίες του Εσπερινού και του Όρθρου από την Οκτώηχο.

Αντίφωνα: Είναι τροπάρια που ψάλλονται από τους δύο χορούς στην Εκκλησία κατ΄ ανταπόκριση. Δύο γνωστά αντίφωνα της κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας είναι «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς» και «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι Αλληλούϊα». Στα Αντίφωνα αυτά προηγούνται στίχοι από τους ψαλμούς. Στον Όρθρο της Κυριακής, μετά τα Ευλογητάρια και την Υπακοή, ψάλλονται τα Αντίφωνα των Αναβαθμών όπως στους Αναβαθμούς (τρία Αντίφωνα κάθε φορά x 3 τροπάρια), ακολουθεί το «προκείμενον» και αναγιγνώσκεται το Εωθινό Ευαγγέλιο.

Απολυτίκιο: Σύντομος λειτουργικός ύμνος, που αποτελεί το ιδιαίτερο τροπάριο κάθε εορτής ή μνήμης Αγίου. Λέγεται έτσι διότι ψάλλεται στην απόλυση του Εσπερινού. Το περιεχόμενο του συνήθως αποτελεί μία μικρή περίληψη του εορταζομένου γεγονότος ή της ζωής του Αγίου.

Απόστιχα ή «από στίχου» ή «τα του στίχου», είναι τροπάρια που ψάλλονται στον Εσπερινό μετά τα «Πληρωτικά» και στον Όρθρο καθημερινής προ της απολύσεως (όταν διαβάζονται οι ψαλμοί των Αίνων). Οι στίχοι που προηγούνται στα διάφορα τροπάρια διαφέρουν σε ποσότητα και ποιότητα. Των Αποστίχων οι στίχοι είναι συνήθως κατ' έκλογήν, ενώ των στιχηρών τροπαρίων οι στίχοι είναι κατά συνέχεια από τον στιχολογούμενο ψαλμό. Τα Απόστιχα διακρίνονται σε Αναστάσιμα (αναφερόμενα μόνο στην Ανάσταση του Kυρίου), σε Σταυρώσιμα (αναφέρονται στα Πάθη και στο Σταυρό του Κυρίου), σε Αποστολικά (αναφέρονται στους Αποστόλους), σε Μαρτυρικά, Νεκρώσιμα και Κατανυκτικά (που αναφέρονται στις μετά κατανύξεως δεήσεις μας).

Αυτόμελο: Πρότυπο τροπάριο, με ξεχωριστό ρυθμό και μελωδία. Με βάση αυτό έχουν συντεθεί πολλά άλλα, που ονομάζονται προσόμοια. Έχουν πολύ παλιά προέλευση.

Δοξαστικό: Το ιδιόμελο τροπάριο, στο οποίο προηγείται o στίχος «Δόξα Πατρί...». Στον Εσπερινό ψάλλεται μετά τα Εσπέρια και τα Απόστιχα. Στον Όρθρο ψάλλεται στη Λιτή και στους «Αίνους» ή στα Απόστιχα.

Εωθινό Δοξαστικό ονομάζεται το δοξαστικό τροπάριο των «Αίνων», που έχει θέμα το αντίστοιχο ευαγγελικό ανάγνωσμα από τα ένδεκα εωθινά Ευαγγέλια.

Εισοδικό: Το τροπάριο που ψάλλεται στα συλλείτουργα (δηλ. Θ. Λειτουργία περισσοτέρων Ιερέων του ενός) μετά το «Σοφία ὀρθοί», στη μικρή Είσοδο, την μετά ευαγγελίου.

Εκφώνησις: Η τελευταία φράση μιας λειτουργικής ευχής, που λέγεται σε εμμελή απαγγελία. Το κυρίως μέρος της ευχής λέγεται χύμα -είτε μυστικώς, είτε χαμηλόφωνα, είτε εκφώνως (δυνατά).

Εξαποστειλάριο: Είναι πρόλογος ειρμολογικός (δηλ. σύντομο μέλος), που ψάλλεται πριν τους Αίνους.

Εξάψαλμος: Σειρά έξι ψαλμών του Δαβίδ (3ος, 37ος, 62ος, 87ος, 102ος, 142ος) που αναγιγνώσκεται στην αρχή της Ακολουθίας του Όρθρου.

Εωθινά είναι τα 11 αναστάσιμα Ευαγγέλια, που διαβάζονται εναλλάξ στον Όρθρο της Κυριακής. Αναφέρονται στην Ανάσταση του Κυρίου, που έγινε νωρίς το πρωί, και από εκεί πήραν και την ονομασία τους. Υπάρχουν και δοξαστικά εωθινά, και αυτά 11 στον αριθμό, που σχετίζονται με τα εωθινά Ευαγγέλια.

Θεοτοκάριο: Λειτουργικό βιβλίο που περιέχει 56 ασματικούς Κανόνες στους οκτώ ήχους, αφιερωμένους στη Θεοτόκο. Ψάλλονται συνήθως στα Μοναστήρια μετά τον Εσπερινό, κάθε ημέρα (εκτός της Μεγάλης Εβδομάδας, της Διακαινησίμου και του Δωδεκαημέρου).

Θεοτοκίο: Τροπάριο που εγκωμιάζει τη Θεοτόκο και κατακλείει τις ομάδες των τροπαρίων ή τις ωδές των Κανόνων με στίχο το «Και νυν και αεί...».

Κάθισμα του Ψαλτηρίου. Τροπάριο που ψάλλεται μετά την ανάγνωση (ή μη) του Ψαλτηρίου κατά τη διάρκεια του οποίου ο λαός κάθεται. Κάθισμα υπάρχει και μετά την γ΄ Ωδή. Τα Καθίσματα είναι ποικίλου περιεχομένου. Λέγεται έτσι διότι την ώρα εκείνη οι εκκλησιαζόμενοι μπορούν να καθίσουν.

Κοινωνικό: Ο ύμνος που ψάλλεται όταν κοινωνούν οι πιστοί.

Κυριακοδρόμιο: Η ετήσια σειρά των αναγνωσμάτων της Κυριακής (εωθινών Ευαγγελίων, Αποστόλων και Ευαγγελίων). Κυριακοδρόμιον λέγεται και το βιβλίο που περιέχει κηρύγματα στα ανωτέρω αναγνώσματα.

Μεγαλυνάρια: Αρχίζουν συνήθως με τη λέξη «Μεγάλυνον». Μ΄ αυτά προτρέπονται οι πιστοί να ανυμνήσουν τον Κύριο ή την Θεοτόκο από καρδίας ή να εγκωμιάσουν τον Άγιο που εορτάζει.

Οίκος: Τροπάριο ενός Κοντακίου, εκτός από το προοίμιο. Συνήθως είναι 24 Οίκοι (π.χ. Ακάθιστος Ύμνος).

Παννυχίδα: Ακολουθία που διαρκεί ολόκληρη τη νύκτα την παραμονή μεγάλης εορτής, σε περιπτώσεις θεομηνίας μεγάλων απειλουμένων κινδύνων-συμφορών κ.λπ., η ολονυκτία, η αγρυπνία.

Στιχηρά: Είναι τροπάρια που ψάλλονται στον Εσπερινό (τα Εσπέρια) και στον Όρθρο (οι «Αίνοι»), στα οποία προτάσσονται στίχοι από τους ψαλμούς στη σειρά (ενώ των Αποστίχων κατ΄ εκλογήν). Τα Στιχηρά τροπάρια διακρίνονται σε Αναστάσιμα, Ανατολικά, Δεσποτικά, Σταυρώσιμα, Αποστολικά, Κατανυκτικά και Στιχηρά Αγίων, που υμνούν τους Αγίους. Υπάρχουν Αυτόμελα και Προσόμοια.

Τριαδικός Κανών: Ο Κανόνας που έχει ως υμνολογικό θέμα την Αγία Τριάδα. Διαβάζεται την Κυριακή στην ακολουθία τού Μεσονυκτικού.

Τροπάριο: Μικρό λειτουργικο άσμα που διαβάζεται ή ψάλλεται σ΄ όλες τις εκκλησιαστικές ακολουθίες, με συγκεκριμένο μουσικό τρόπο. Διακρίνονται,
(α) κατά το περιεχόμενο σε: αναστάσιμα, νεκρώσιμα, μαρτυρικά, θεοτοκία, σταυροθεοτοκία κ.λ.π.,
(β) κατά το χρόνο ή το μέλος, με το οποίο εκτελούνται, σε: εωθινά, εσπέρια, προσόμοια κ.λ.π.,
(γ) κατά τους προτασσόμενους στίχους σε: στιχηρά ή απόστιχα και
(δ) κατά τον τρόπο χρήσεως σε: Απολυτίκια, Κοντάκια, Μεγαλυνάρια.

Χύμα: Ο τρόπος αναγνώσεως ενός κειμένου ή ψαλμού σε πεζό λόγο, η ανάγνωση.

Πηγή: Ι.Ν Φανερωμένης Χολαργού.

 

Κοντάκιον

Κοντάκιο, (κοντάκιον), λέγεται συνήθως η απαρχή (το προοίμιο) Εκκλησιαστικών Ύμνων που εξ αυτού και μόνο ολόκληροι οι ύμνοι αυτοί χαρακτηρίζονται τελικά και ως κοντάκια.
Αποτελεί δε ιδιαίτερο είδος της εκκλησιαστικής ποίησης, που ιστορικά φέρεται να καλλιεργήθηκε περί τον 6ο - 7ο αιώνα.


Το όνομά του οφείλεται στο γεγονός ότι η χρήση του απέβλεπε ως «εισαγωγή» του θέματος του ύμνου που ακολουθούσε.

Κάποιοι παράγουν (ετυμολογούν) το όνομα κοντάκιο από το περιορισμένο – σύντομο συνεπώς κοντό σε μήκος.
Ενώ άλλοι δε, το όνομα κοντάκιο, το ετυμολογούν από το «κοντό» (= τράπεζα ψαλτηρίου) όπου οι ψάλτες άφηναν, ή συχνά ακουμπούσαν τα λειτουργικά κείμενα. Εξ αυτών ορθότερο φαίνεται μάλλον το πρώτο.
Το κοντάκιο απαρτίζεται από μία και μόνο στροφή.

Εικόνα του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού
ψάλλοντας κοντάκιό του
(1649, Malaryta, Λευκορωσία).
Οι δε στροφές που ακολουθούν στο κυρίως ύμνο ονομάζονται «Οίκοι» που μπορεί να είναι απεριόριστοι σε αριθμό (δεν υπάρχει περιορισμός).
Στο τέλος όμως του καθενός «οίκου» (δηλαδή κάθε στροφής) διακρίνουμε το «εφύμνιο» που μπορεί να είναι ένας, δύο ή τρεις στίχοι που επαναλαμβάνονται ακριβώς οι ίδιοι σε όλους τους οίκους, σε όλο τον ύμνο.
Σε πολλούς δε ύμνους τα αρχικά γράμματα των Οίκων δημιουργούν κάθετα μια «ακροστιχίδα» που μπορεί να φανερώνει αλφάβητο, όνομα, ρητό ή και φράση.

Παραδείγματα:
Στην ακολουθία του
Ακαθίστου Ύμνου, στους «Χαιρετισμούς» όπως λέει ο λαός το «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε» ή το «Αλληλούια» είναι «εφύμνια».
Το γνωστό «Τη υπερμάχω στρατηγώ….» είναι το κοντάκιο του Ακάθιστου Ύμνου και όχι αυτός καθ΄ αυτός ο Ακάθιστος που ακολουθεί του κοντακίου και του οποίου οι Οίκοι είναι 24, των οποίων η ακροστιχίδα παρουσιάζει το Ελληνικό αλφάβητο πχ Άγγελος πρωτοστάτης….(Αρχή 1ου οίκου), Βλέπουσα η Αγία….(αρχή 2ου οίκου), Γνώσιν άγνωστον….(αρχή 3ου οίκου) κλπ.
Η Ακροστιχίδα στον Ύμνο της Θείας Γέννησης παράγει τη φράση «Του ταπεινού Ρωμανού Ύμνος».

Οι ύμνοι κυρίως συγγράφονται έμμετρα, δηλαδή με τονικά μέτρα σε συνήθη βάση αυτή της ομοτονίας αλλά και της ισοσυλλαβίας των στίχων με πολλές όπως μπορεί να παρατηρήσει κάποιος παραχωρήσεις στην αποκαλυπτόμενη μελωδία.

Η δε ομοιοκαταληξία που χρησιμοποιούταν συχνά αν και δεν ακολουθούσε αυστηρά αυτή της σύγχρονης «ρίμας» εντούτοις εμφανιζόταν πολλές φορές με απλή παρήχηση.

Παραδείγματα:

Εκ του Ακάθιστου Ύμνου πλείστα τα παραδείγματα όπως: η χαρά εκλάμψει - η αρά εκλείψει, ανθρωπίνοις λογισμοίς – αγγέλων οφθαλμοίς, νεουργείται – βρεφουργείται, μύστις – πίστις κλπ.

Τέλος στους ύμνους παρατηρούνται δύο διαφορετικές μουσικές μελωδίες (σκοπούς) μία για το αρχικό το κοντάκιο και μία για όλους τους Οίκους του Ύμνου.

Σήμερα κοντάκιο στην λειτουργική χρήση λέγεται ενας ύμνος που λέγεται στον ορθρο και είναι κατάλοιπο (η πρώτη μόνο στροφή) των αρχαιων. Τέτοια σύγχρονα σύντομα κοντάκια υπαρχουν για καθε ημέρα του έτους. Χρησιμοποιούνται στον όρθρο, στγην λειτουργία και σε αλλες ακολουθίες. Οδηγίες για το ποια κοντακια ψάλλονται στις ακολουθίες ανάλογα με την περίοδο του έτους, βρίσκονται στο Τυπικό της Εκκλησίας


Σημείωση:
Όταν το κοντάκιο έχει μοναδική μουσική μελωδία ονομάζεται «ιδιόμελο».
Δεν θα πρέπει να συγχέεται το κοντάκιο της Υμνολογίας με το κοντάκιο ή ειλητάριο της Λειτουργικής.
Γενικά το κοντάκιο είναι λακωνικότερο του
Τροπάριου με κύριο σκοπό το σύντομο ιστορικό εγκώμιο του εορταζομένου Αγίου ή της επετείου της ημέρας.(πχ Κοντάκιο Θεοφανείων)
Μέγας ποιητής του εκκλησιαστικού αυτού είδους ποίησης υπήρξε ο
Ρωμανός ο Μελωδός.

Από τη Βικιπαίδεια

Μύρον το Άγιον


Γενικές πληροφορίες

Άγιο Μύρο ονομάζεται ένα μείγμα λαδιού και 57 διαφορετικών φαρμακευτικών φυτών και αρωματικών ουσιών, το οποίο παρασκευάζεται κατ' αρχαίο προνόμιο αποκλειστικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, κάθε δέκα περίπου χρόνια, και κατόπιν αποστέλλεται σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί κατά το μυστήριο του
χρίσματος (μετά τη βάπτιση). Ονομάζεται και «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα ευχαριστίας», «χρίσμα επουράνιον».

Ιστορία

Η παρασκευή (έψηση) του Αγίου Μύρου βασίζεται στην περιγραφή του Μωυσή στο Βιβλίο της Εξόδου (
Έξοδος λ΄ 22-25), όπου αναφέρεται:
«καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· καὶ σὺ λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἲν καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ· ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται».


Το Άγιο Μύρο ξεκίνησε να παρασκευάζεται τον 2ο μ.Χ. αιώνα, όταν ο Χριστιανισμός επεκτάθηκε πολύ γεωγραφικά, προκειμένου να μπορεί να τελείται το μυστήριο του χρίσματος σε απομακρυσμένες περιοχές όπου δεν μπορούσαν να πάνε οι Απόστολοι, που έχοντας την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος ήταν οι μόνοι που μπρούσαν να τελέσουν το μυστήριο. Ως τον 8ο αιώνα, το δικαίωμα παρασκευής Αγίου Μύρου είχαν όλοι οι
επίσκοποι. Σιγά σιγά όμως το δικαίωμα αυτό περιορίστηκε στους Πατριάρχες και κατόπιν στον Οικουμενικό Πατριάρχη, για λόγους διοικητικής τάξης και ενότητας των εκκλησιών.
Φωτο από εδώ

Συστατικά

Τα συστατικά του Αγίου Μύρου αλλάζουν από εποχή σε εποχή. Η πρώτη γραπτή συνταγή, σε βερβερινό κώδικα του 8ου αιώνα, αναφέρει 13 υλικά. Αυτά αυξομειώνονταν κατά καιρούς από τους αρμόδιους για την παρασκευή «
μυρεψούς» και είναι καταγεγραμμένα στην τυπική διάταξη της Συνοδικής εν Μόσχα Βιβλιοθήκης, στο Ευχολόγιο του Γκόαρ και στο Μέγα Ευχολόγιο. Το 1951, επί πατριαρχίας Αθηναγόρα, οριστικοποιήθηκε ο αριθμός των συστατικών σε 57.

Τα κυριότερα αυτών είναι: αγγελική, αριστολοχία, άσσαρο, βαλσαμέλαιο, βατάνι άκαιρο, δρόγες, ελαιόλαδο, ελένιο, εχινάνθη, ζινγκίβερη, ζουτομπά, ίριδα, καγχρεά, κανέλα, καρποβάλσαμο, καρυοφύλλι, κάσσια μαύρη, κελτικό, κιννάμωμο, κόρο, κρασί, κύπερι, λάβδανο, μάκαρι, μαστίχα Χίου, ματλαία ελαίου, μητζόκοκκαμύρα, μυροβάλανο, νάρδος, ξυλοβάλσαμο, πέτιτο, πιπέρι μαύρο, ροδέλαιο (αποστέλλεται από το
Πατριαρχείο Βουλγαρίας), σάψιχο, σμύρνα, στάχο, στύρακας, τερεβινθίνη, τζιτζίβερι, φύλλα ινδικού. Βασικό συστατικό επίσης είναι και ο μόσχος, φυσική αρωματική ουσία που εξάγεται από τον αδένα ενός είδους ελαφιού και αποτελεί ένα από τα πιο ακριβά συστατικά της αρωματοποιίας.

Διαδικασία παρασκευής

Το Άγιο Μύρο παρασκευάζεται με απόφαση της Συνόδου του Πατριαρχείου, όταν αυτή διαπιστώσει ότι το Μύρο τελειώνει, κάτι που στη σύγχρονη εποχή συμβαίνει περίπου κάθε δέκα χρόνια. Την παρασκευή επιβλέπουν δυο επιτροπές, η εκκλησιαστική που αποτελείται από ιερείς και η επιτροπή κοσμητόρων που περιλαμβάνει σχετικούς με το τεχνικό μέρος της παρασκευής χημικούς, φαρμακοποιούς και εμπόρους αρωματικών ειδών, της οποίας προεδρεύει ο Άρχων Μυρεψός.

Η έψηση του Μύρου γίνεται κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα, από την Κυριακή των Βαΐων έως και τη Μεγάλη Πέμπτη. Η έψηση του Μύρου γίνεται σε ειδικό Κουβούκλιο, το οποίο υπάρχει στο Πατριαρχείο.

Την Κυριακή των Βαΐων και τη Μεγάλη Δευτέρα γίνεται από τον Πατριάρχη ευλογία των κοσμητόρων και
Μικρός Αγιασμός των σκευών και υλικών που θα χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του Μύρου. Στο τέλος του αγιασμού ο Πατριάρχης, αφού βάλει ορισμένα από τα υλικά στους λέβητες, ανάβει τη φωτιά για το ψήσιμο, που καίει με κομμάτια παλαιών εικόνων, φθαρμένα εκκλησιαστικά έντυπα, καθώς και άχρηστα ξύλα από διάφορα μέρη ναών. Τη Μεγάλη Τρίτη γίνεται μνημόσυνο αυτών που έχουν δωρίσει χρήματα ή είδη για την παρασκευή του Μύρου καθώς και ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου. Τη Μεγάλη Τετάρτη συμπληρώνεται το μίγμα στους λέβητες με τον μόσχο και τα διάφορα βότανα, και ολοκληρώνεται έτσι η παρασκευή του Μύρου, που τοποθετείται σε αργυρά δοχεία. Τέλος το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης τελείται ο Όρθρος στο παρεκκλήσι του Αγίου Ανδρέα. Κατόπιν διεξέγεται λιτανεία στο εσωτερικό της Πατριαρχικής Αυλής, στην οποία το Μύρο μεταφέρεται από 24 αρχιμανδρίτες που κρατούν τα 12 μεγάλα αργυρά δοχεία και τελευταίο τον Πατριάρχη με μια μικρή Μυροθήκη. Παρίστανται επίσης διπλωμάτες και εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους. Η τελετή ολοκληρώνεται με Θεία Λειτουργία, κατά τη διάρκεια της οποίας ευλογείται και καθαγιάζεται το Άγιο Μύρο. Κατόπιν το Μύρο μεταφέρεται και αποθηκεύεται στα μεγάλα δοχεία του Μυροφυλακίου, στον Πύργο του Πατριαρχείου. Από εκεί διανέμεται στις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
 
Χρήση

Εκτός από το μυστήριο του χρίσματος, κατά το οποίο η χρήση Αγίου Μύρου συμβολίζει τη μετάδοση των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος στο βαπτιζόμενο, το Άγιο Μύρο χρησιμοποιείται και:
Για το χρίσμα ανθρώπων που προσέρχονται στην Ορθοδοξία από άλλα δόγματα, των οποίων γίνεται δεκτή η προηγούμενη βάπτιση
Στα εγκαίνια ναών, για τον καθαγιασμό της
Αγίας Τράπεζας
Στην καθιέρωση ιερών αντικειμένων και εικόνων
Στη στέψη ορθοδόξων Βασιλέων και Αυτοκρατόρων
Στην ανακομιδή ιερών λειψάνων

Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες που υπάρχουν, Άγιο Μύρο παρασκευάστηκε:


Το 1208 επί Πατριαρχίας
Μιχαήλ Δ΄ (στη Νίκαια)
Το 1705 επί Πατριαρχίας
Γαβριήλ Γ΄
Το 1759 επί Πατριαρχίας
Σεραφείμ Β΄
Το 1833 επί Πατριαρχίας
Κωνσταντίου Α΄
Το 1856 επί Πατριαρχίας
Κύριλλου Ζ΄
Το 1865 επί Πατριαρχίας
Σωφρονίου Γ΄
Το 1879 επί Πατριαρχίας
Ιωακείμ του Γ΄
Το 1890 επί Πατριαρχίας
Διονυσίου Ε΄
Το 1903 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
Το 1912 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
Το 1928 επί Πατριαρχίας
Βασιλείου του Γ΄
Το 1939 επί Πατριαρχίας
Βενιαμίν
Το 1951 επί Πατριαρχίας
Αθηναγόρα
Το 1960 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
Το 1973 επί Πατριαρχίας
Δημητρίου
Το 1983 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
Το 1992 επί Πατριαρχίας
Βαρθολομαίου
Το 2002 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
Το 2012 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου

«Κατάλογος των ειδών των αρωμάτων εξ’ ων συντίθεται το Άγιον Μύρον»

1. Άκορος ή κάλαμος ευώδης ( Acorus calamus )
2. Άμμωμον ( Primevére )
3. Ανθόνερο ( Eau de fleurs )
4. Αριστολόχια μακρά ( Aristoloche longue )
5. Ασαρον άγριο ( Nard sauvage, Asarum europaeum, Asarabacca, Άγρια πιπερόριζα )
6. Βάκχαρις ή Κρόκος ( Safran )
7. Βάλανος μυριψική ( Glans unguentarıa )
8. Έλαιον καθαρόν ( Huile pure d’ olive )
9. Ελένιον ( Inula Helenium )
10. Εχινάνθη ( Jonc odorant )
11. Ζαρνάβας ( Zerneb )
12. Ζιγγίβερις ή Ζιντζιβέρ λευκή, Τζίντζερ ή Πιπερόριζα ( Gingiber officinale )
13. Ίρις Φλωρεντιανή ( Iris de Florence )
14. Καρδάμωμον μικρόν ( Petit Cardamome )
15. Καρποβάλσαμο ή κουβέβι ( Fruit du baumier )
16. Κάρυα αρωματικά ( Noix de muscades )
17. Κρυόφυλλα ή γαρύφαλλον ( Girofle )
18. Κασσία μέλαινα ( Cassia nigra, Casse noire )
19. Κιννάμωμον ( Cinnamomum )
20. Κόμμι ευώδες ή Μετζουβί ( Benzoin amygdaloide )
21. Κύπερις ή ἐλαιον Κύπερις ( Cyperus rotundus )
22. Λάδανος καθαρά ( Cistus creticus, Labdanum, Ladanum pur)
23. Λίβανος λευκός ( Libanos blanc )
24. Μάκερος Ολλάνδας ( Maceris, Macis )
25. Μαστίχη καθαρή ( Mastic pur )
26. Μυροβάλανον καθαρόν ( Myrobalan pure )
27 Μυρσινόκοκα ( Baies de myrte )
28. Νάρδος Κελτική ( Nardus Celtica ή Valeriana, Valeriane Celtique )
29. Ξυλαλόη Μαβέρτης ( Aloes de Barbades )
30. Ξυλοβάλσαμο ( Bois de baumier )
31. Ξυλοκασσία ή Αγγελική Βοημίας ( Angelıque du Boheme )
32. Οίνος στίφων μέλας ( Vin rouge astringent )
33. Πεπέρι μακρόν ( Piper longum, Poivre long )
34. Πέπερις ( Poivre noir )
35. Ρετσίνη λευκή καθαρή ( Poix blanche pure )
36. Ροδόνερο (Eau de roses )
37. Σάμψυχος ή Μαντζουράνα ( Origana Mejorana ή Marjolaine)
38. Σμύρνα καθαρά ( Myrrhe pur )
39. Στάχυς ή Στάχος Ινδικού Νάρδου ή Ναρδοστάχυς ( Nard Indien )
40. Στύραξ υγρά ( Styrax liquid )
41. Τερέβινθος Βενετική ( Terebintine de Venise )
42. Τύλλις ( Fenugrec ) και
43. Φύλλον Ινδικόν ( Malabathrum )

Ύλικά που εγχέονται είς το Μύρο μετά την έψηση:
1. Άμπαρι ( Ambrevraı )
2. Βαλσαμον Μέκκας ήτοι Βαλσαμέλαιον ( Baume de la Mecque )
3. Έλαιον δάφνης ( Huile de laurier )
4. Έλαιον δενδρολιβάνου ( Huile de rosmarin)
5. Έλαιον καρποβαλσάμου ( Huile de carpobalsamon )
6. Έλαιον καρυοφύλλων ( Huile de giroflee )
7. Έλαιον κιναμώμου σεϊλάνικον ( Huile de cinnamome de Ceylan )
8. Έλαιον κίτρου ( Huile de citron )
9. Ελαιον μάκερις ( Huile de musc )
10. Έλαιον νάρδου ή λεβάντας ( Huile de nard )

11. Έλαιον σαμψύχου ( Huile de marjolaine )
12. Μοσχοκαρυέλαιον Ολλάνδας πηκτόν ή Κάρτον ( Huile de noix du muscades epaisse )
13. Μόσχος Ινδικός ( Musc tonkin ) και
14. Ροδέλαιο ή έλαιον τριανταφύλλου ( Huile de roses )